ΣΕ ΜΙΑ ΠΕΡΙΟΔΟ όπου το διαθέσιμο εισόδημα των Ελλήνων υποχωρεί και κυριαρχεί αβεβαιότητα ως προς την προοπτική της χώρας, ο κόσμος αγωνιά για τις λίγες ή περισσότερες οικονομίες του. Φοβάται ότι θα χάσει μέρος των χρημάτων εάν χρεοκοπήσει κάποια τράπεζα ή εάν η χώρα επιστρέψει στη δραχμή και αναγκαστεί να ανταλλάξει τα ευρώ του με χαμηλότερης αξίας νόμισμα.
Το μεγάλο ζητούμενο για τους πολλούς είναι η ασφάλεια. Γι' αυτό αρκετοί απέσυραν τα χρήματά τους από τις ελληνικές τράπεζες μεταφέροντάς τα στις θυρίδες ή στο εξωτερικό ή τα έκαναν δολάρια.
Πόσο όμως πιθανό είναι το σενάριο αυτό και πόσο αγοράζουν τώρα οι τράπεζες τις καταθέσεις; Ποιες άλλες εναλλακτικές δυνατότητες υπάρχουν για κάποιον που θέλει να αναλάβει κινδύνους;
ΜΕΤΟΧΕΣ
Εγκαταλείπουν τα βαριά χαρτιά, ψάχνουν υγιείς επιχειρήσεις
Οι αποτιμήσεις των ελληνικών εταιρειών έχουν πιεσθεί σε πολύ χαμηλά επίπεδα, καθώς μειώνεται η κερδοφορία τους λόγω της ύφεσης που βιώνει η οικονομία.
Οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται αποκλειστικά στην Ελλάδα και αυτές που έχουν μεγάλα δάνεια βρίσκονται σε πολύ δύσκολη κατάσταση. Αντίθετα, επιχειρήσεις που αντλούν το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων τους από το εξωτερικό και άλλες που δεν έχουν μεγάλα δάνεια, αντιμετωπίζουν σαφώς λιγότερες δυσκολίες. Είναι ξεκάθαρο ότι στην περίπτωση στάσης πληρωμών εκ μέρους του Δημοσίου θα επηρεαστούν περισσότερο οι εταιρείες που έχουν έσοδα από την εγχώρια αγορά και αυτές που έχουν εξάρτηση από το ελληνικό Δημόσιο, όπως για παράδειγμα είναι οι τράπεζες που «κουβαλούν» μεγάλες ποσότητες κρατικών ομολόγων. Σε κάθε περίπτωση, οι μετοχές δεν μπορούν να δημευθούν από το κράτος.
Ο επενδυτής, συνεπώς, πρέπει να βρει δύο πράγματα. Το ένα είναι το επίπεδο τιμών αγοράς μιας μετοχής που θα αποτελεί αγοραστική ευκαιρία με τα σημερινά δεδομένα. Το δεύτερο θα είναι να βρει και την κατάλληλη χρονική στιγμή να αγοράσει τη μετοχή, γιατί διαφορετικά μπορεί να περιμένει χρόνια για την άνοδο της τιμής της. Και οι δύο στόχοι είναι εξαιρετικά δύσκολο να επιτευχθούν και λόγω της έντονης μεταβλητότητας.
Υπάρχουν επιχειρήσεις που συνεχίζουν να μην αντιμετωπίζουν προβλήματα, να παράγουν λεφτά από τη δραστηριότητά τους και να διανέμουν μερίσματα στους μετόχους. Τα μερίσματα αυτά, σε συνδυασμό με την πτώση τις τιμής της μετοχής, ισοδυναμούν με ικανοποιητικές μερισματικές αποδόσεις, που σε πολλές περιπτώσεις ξεπερνούν ακόμα και την απόδοση των επίφοβων ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου.
Οποιος διερωτάται εάν οι επιχειρήσεις θα δώσουν μερίσματα του χρόνου -λόγω αύξησης του συντελεστή φορολογίας στο 40%, από 32,5% σήμερα- η απάντηση είναι όχι. Ομως οι υγιείς επιχειρήσεις θα κάνουν επιστροφή κεφαλαίου, η οποία δεν φορολογείται. Συνεπώς η υψηλή απόδοση ως προς την τιμή της μετοχής θα διατηρηθεί, αλλά θα αφορά ελάχιστες επιχειρήσεις.
ΕΠΙΤΟΚΙΑ ΚΑΤΑΘΕΣΕΩΝ
Εως 5% δίνουν σήμερα τόκο οι ελληνικές τράπεζες
Αυτή την περίοδο οι ελληνικές τράπεζες δίνουν μεγαλύτερο επιτόκιο σε σχέση με αυτό που έδιναν σε άλλες πιο ήρεμες οικονομικά περιόδους.
Με αυτόν τον τρόπο θέλουν να προσελκύσουν κεφάλαια, για να βελτιώσουν τη ρευστότητά τους και να αναπληρώσουν τα χρήματα που έφυγαν. Τα επιτόκια που προσφέρονται κυμαίνονται από 3,5% μέχρι και 5% για προθεσμιακή κατάθεση ενός έτους και είναι μεικτά, δηλαδή συμπεριλαμβάνουν και τον αναλογούντα φόρο (10%) επί των τόκων. Η καθαρή απόδοση διαμορφώνεται σε 3,15% μέχρι 4,5%.
Οι ξένες τράπεζες στη ζώνη του ευρώ προσφέρουν χαμηλότερα επιτόκια, τα οποία κατά μέσο όρο δεν ξεπερνούν το 2,02% για προθεσμιακές καταθέσεις ανάλογου χρονικού διαστήματος. Στις δολαριακές καταθέσεις τα επιτόκια που δίνουν οι τράπεζες είναι ακόμα χαμηλότερα και δεν ξεπερνούν το 1,7-1,8%.
Αρκετοί επενδυτές φοβούνται τα σενάρια περί καταστροφής. Αν υπάρξει πτώχευση τραπεζών ή η ίδια η χώρα πτωχεύσει, θα χάσουν τα χρήματά τους. Οι ελληνικές τράπεζες αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστότητας, αλλά όσο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα χρηματοδοτεί το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, δεν υπάρχει κίνδυνος χρεοκοπίας.
Ορισμένες τράπεζες μπορεί να αντιμετωπίσουν στο μέλλον και προβλήματα κεφαλαιακής επάρκειας εάν εμφανίσουν ζημιές σε βαθμό που τα κεφάλαιά τους μειωθούν. Ομως σε αυτή την περίπτωση θα ενεργοποιηθεί το ταμείο χρηματοοικονομικής σταθερότητας που (συστήνεται αυτό το μήνα με κεφάλαια του ΔΝΤ ύψους 10 δισ. ευρώ) και θα βάλει λεφτά στον τραπεζικό κλάδο.
Το να χρεοκοπήσει μία τράπεζα δεν είναι απίθανο. Μπορεί να συμβεί εάν οι καταθέτες αντιδράσουν πανικόβλητοι, όπως έγινε στην Αργεντινή το 2001. Η διαφορά με την Ελλάδα είναι ότι μας στηρίζει η ΕΚΤ. Τι έγινε στην Αργεντινή; Η κυβέρνηση της χώρας παραδέχτηκε δημοσίως ότι δεν μπορούσε να εκπληρώσει τις απαιτήσεις απέναντι στο ΔΝΤ, σε σχέση με τον περιορισμό του δημοσιονομικού ελλείμματός της και το ΔΝΤ αρνήθηκε να «εμβάσει» ένα προγραμματισμένο δάνειο.
Η «τρομακτική» αυτή είδηση είχε ως αποτέλεσμα την ξαφνική, μαζική και ταχύτατη «απόσυρση» των κεφαλαίων από τη χώρα, η οποία προκάλεσε μία τεράστια κρίση σε ολόκληρο το τραπεζικό σύστημα.
Η κυβέρνηση έπεσε και ανέλαβε νέα, η οποία υποτίμησε το πέσος και απαγόρευσε το άνοιγμα των τραπεζών σε ολόκληρη τη χώρα, μεταξύ άλλων για να αποφύγει τις αγορές δολαρίων εκ μέρους των πολιτών, κάτω από συνθήκες πανικού.
Είναι ξεκάθαρο ότι στην περίπτωση της Ελλάδας, που έχει υιοθετήσει το ευρώ, είναι πολύ δύσκολο να επαναληφθούν τα παραπάνω αλλά και ότι «απαγορεύεται» να μην πετύχουν τα μέτρα. Υπάρχει και το μαξιλάρι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Σε ό,τι αφορά την έξοδο από το ευρώ, δεν είναι δυνατή νομικά και δεν μπορεί να επιβληθεί από τις αγορές.
ΟΜΟΛΟΓΑ
Μεγάλες ευκαιρίες εν μέσω κρίσης χρέους
Οι τιμές και οι αποδόσεις των ομολόγων κινούνται αντιστρόφως ανάλογα.
Εάν ένα ομόλογο έχει τιμή 100 και κουπόνι 4% (αποδίδει δηλαδή 4 ευρώ το χρόνο στα 100 ευρώ) και το επίπεδο των επιτοκίων αυξηθεί τότε η τιμή του θα πέσει, π.χ. στο 90, και ανάλογα θα αυξηθεί η απόδοσή του (τα 4 ευρώ στο 90 θα ισοδυναμούν με απόδοση 4,44%). Εάν, συνεπώς, αγοράσει κάποιος ένα ομόλογο και αναγκαστεί να το πουλήσει πριν τη λήξη του, τότε υπάρχει πιθανότητα να χάσει από την πτώση της τιμής ή να κερδίσει από την άνοδο. Οι επενδυτές που δεν έχουν εμπειρία και γνώση προτιμούν να αγοράζουν ένα ομόλογο και να το ρευστοποιούν στη λήξη του γνωρίζοντας εκ των προτέρων την απόδοση.
Το ομόλογο εκτός από τον κίνδυνο της διακύμανσης της τιμής του έχει ένα ακόμα μεγαλύτερο κίνδυνο. Ο εκδότης να μην μπορεί να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του, δηλαδή στην πληρωμή του ετήσιου τόκου και στην αποπληρωμή του κεφαλαίου.
Ελληνικό Δημόσιο
Στην περίπτωση που η χώρα κηρύξει στάση πληρωμών, τα ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου θα χάσουν σημαντικό μέρος της αξίας τους. το πόσο είναι άγνωστο. Ηδη οι τιμές των ελληνικών ομολόγων έχουν πέσει σε επίπεδα 77-78 μονάδων και έχουν ανέβει οι αποδόσεις τους σε περίπου 9,7% (ετήσια απόδοση για τα 10ετή ομόλογα). Με άλλα λόγια, εάν κάποιος πιστεύει ότι η χώρα δεν θα κηρύξει στάση πληρωμών τα επόμενα 10 χρόνια, τότε μπορεί να αγοράσει σήμερα ένα ομόλογο του Ελληνικού Δημοσίου και να έχει κάθε χρόνο - και μέχρι τη λήξη τους τον Ιούνιο του 2020 - απόδοση 9,7%. Εάν κάποιος άλλος δεν θέλει να περιμένει τόσα χρόνια, μπορεί να αγοράσει το ομόλογο του ελληνικού Δημοσίου που λήγει τον Μάρτιο του 2012. Εάν η χώρα δεν πτωχεύσει μέχρι τότε και αποπληρώσει κανονικά τις υποχρεώσεις της, τότε ο επενδυτής θα πάρει περίπου 9,18% ετησίως. Υπάρχουν και ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου με απόδοση 6,8% που λήγουν τον Απρίλιο του 2011, δηλαδή σε περίπου εννιά μήνες.
Ομόλογα ξένων κρατών
Οσο πιο αξιόπιστος θεωρείται ο εκδότης ενός ομολόγου, δηλαδή θα πληρώσει τους τόκους και το κεφάλαιο στη λήξη του, τόσο πιο ακριβά πουλάει το ομόλογο. Δηλαδή η τιμή του ομολόγου έχει υψηλή τιμή, αλλά χαμηλή απόδοση. Για παράδειγμα, το γερμανικό ομόλογο 10ετούς διάρκειας δίνει απόδοση μόνο 2,68% ετησίως, το αμερικάνικο 3,2% και το βρετανικό 3,4%.
Το ελβετικό Δημόσιο προσφέρει ακόμα μικρότερη απόδοση, 1,59%, γιατί απλά θεωρείται πιο αξιόπιστο. Με άλλα λόγια «λέει» στον επενδυτή ότι εμείς δεν δίνουμε μεγάλες αποδόσεις, αλλά σιγουριά ότι θα πάρεις πίσω τα λεφτά σου. «Αν θέλεις αποδόσεις, τότε πήγαινε να διακινδυνεύσεις τα χρήματά σου στην Ελλάδα» θα μπορούσε να πει ο εκπρόσωπος του ελβετικού Δημοσίου.
Εταιρικά ομόλογα
Εκτός από τα κρατικά ομόλογα υπάρχουν τα εταιρικά, αυτά δηλαδή που εκδίδουν οι επιχειρήσεις για να χρηματοδοτήσουν μακροπρόθεσμες δραστηριότητες. Οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα επηρεάζονται δυσμενώς λόγω του ελληνικού δημόσιου χρέους και ανεβαίνει το κόστος δανεισμού τους. Στην ακραία περίπτωση που το ελληνικό Δημόσιο κηρύξει στάση πληρωμών, οι τιμές των εταιρικών ομολόγων θα επηρεαστούν αρνητικά, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι και οι επιχειρήσεις θα κηρύξουν στάση πληρωμών. Οι ισχυρές επιχειρήσεις και αυτές που αντλούν έσοδα από το εξωτερικό δεν θα αντιμετωπίσουν αξεπέραστα εμπόδια και θα συνεχίσουν να εκπληρώνουν κανονικά τις υποχρεώσεις τους. Ούτε βέβαια το κράτος μπορεί να δημεύσει τα εταιρικά ομόλογα που κρατούν στα χέρια τους ιδιώτες.
Ετσι, αυτή την περίοδο, υπάρχουν πολύ καλές ευκαιρίες στην αγορά των εταιρικών ομολόγων, από αξιόπιστους μέχρι τώρα εκδότες. Για παράδειγμα, το ομόλογο του ΟΤΕ (πρώην μονοπώλιο στις τηλεπικοινωνίες, που σήμερα ελέγχεται από την γερμανική Deutsche Telekom και το ελληνικό Δημόσιο) που λήγει τον Φεβρουάριο του 2011 προσφέρει απόδοση 5,8% στη λήξη του (η απόδοση είναι σε ετήσια βάση).
Επίσης, υπάρχει αυτό του ίδιου εκδότη που λήγει τον Νοέμβριο του 2011 και προσφέρει απόδοση 5,82%. Για πιο μακροπρόθεσμους επενδυτές υπάρχουν ομόλογα του ΟΤΕ που λήγουν τον Αύγουστο του 2013, τον Φεβρουάριο του 2015 και τον Μάιο του 2016 με αποδόσεις 6,2%, 6,59% και 7,27% αντίστοιχα.
Οι τιμές των ομολόγων του ΟΤΕ έχουν πέσει τους τελευταίους δύο μήνες, και γι' αυτό έχουν ανέβει οι αποδόσεις, οι οποίες προηγουμένως δεν ξεπερνούσαν το 2%-2,5%. Η πτώση οφείλεται στο ότι ο οργανισμός χρειάζεται νέα δάνεια, τα οποία η αγορά εκτιμά ότι θα τιμολογηθούν γύρω στο 6% και άνω ανάλογα με τη διάρκεια του δανείου. Αν, συνεπώς, κάποιος επενδυτής πιστεύει ότι ο οργανισμός θα είναι συνεπής στις υποχρεώσεις του απέναντι στους ομολογιούχους, τότε μπορεί να αγοράσει τους τίτλους χρέους του.
ΕΥΡΩ/ΔΟΛΑΡΙΟ
Ανθίζει το πράσινο νόμισμα
Η κρίση του δημόσιου χρέους χωρών της ευρωζώνης επηρέασε και επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό το κοινό νόμισμα (ευρώ), οδηγώντας την ισοτιμία με το δολάριο σε κάθετη πτώση.
Από τον Νοέμβριο του 2009 η ισοτιμία ευρώ/δολ. 1,51 βρέθηκε προσφάτως (7 Ιουνίου 2010) σε 1,187, που αποτελεί και τη χαμηλότερη τιμή από τον Φεβρουάριο του 2006. Με άλλα λόγια, το δολάριο ανατιμήθηκε 21% σε έξι μήνες.
Την προηγούμενη εβδομάδα η ισοτιμία ευρώ/δολ. είχε διαμορφωθεί σε επίπεδα γύρω στο 1,22. Οι συγκλίνουσες εκτιμήσεις των αναλυτών βλέπουν την ισοτιμία να διαμορφώνεται σε 1,18 στο δ' τρίμηνο του 2010 και να ανακάμπτει στη συνέχεια στο 1,20 το 2011 και στο 1,31 το 2012.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου